Ψηφιοποίηση του Κράτους, Ψηφιακά Δικαιώματα Πολιτών
Η νέα ανισότητα
Η ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας, επηρεάζει σημαντικά την κοινωνία και τον άνθρωπο ενώ δημιουργεί διαφορετικά πλαίσια λειτουργίας και κανόνες στο επιχειρείν.
Η υψηλή τεχνολογία ως περιουσιακό στοιχείο με υψηλή αξία, παραμένει σε χέρια λίγων όπως και η πληροφορία.
Η ιστορική παρατήρηση επιτρέπει να θεωρείται σημαντικότερο να ρυθμίζεται και να διέπεται από κανόνες η ελεύθερη διάθεση για κάθε προϊόν γνώσης και τεχνολογίας ιδιαιτέρως όταν δημιουργείται προς ευρεία χρήση, ως μια εκδημοκρατισμένη καινοτομία που μπορεί άφοβα να απολαμβάνει ο άνθρωπος.
Ωστόσο, η έννοια του εκδημοκρατισμού της τεχνολογίας και δη της τεχνητής νοημοσύνης, δε σημαίνει ότι το προϊόν είναι απαλλαγμένο από λάθος παραδοχές, προκαταλήψεις, διακρίσεις, διακινδυνεύσεις της ιδιωτικής ζωής και απειλές για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των πολιτών.
Η πιθανή διακινδύνευση γίνεται βεβαιότητα όταν διαπιστώνεται ότι τα ολιγοπώλια της τεχνολογίας και ελέγχου της πληροφορίας οδηγούν σε μια παγκόσμια διακυβέρνηση με περιορισμένη πρόσβαση για τους πολλούς και προνόμιο για την ελίτ, χωρίς λογοδοσία και διαφάνεια και χωρίς εγγυήσεις ότι υπηρετείται ο άνθρωπος.
Η Ε.Ε. αν και θεμελιωδώς αναγνώρισε το ζήτημα της πρόβλεψης από τον σχεδιασμό για την αποφυγή ανισοτήτων και διακρίσεων, εντούτοις, δεν έχει ανακτήσει τον έλεγχο που της επιτρέπουν οι δικοί της ρυθμιστικοί κανονισμοί. Παραμένει αμήχανη, απέναντι στην ραγδαία τεχνολογική εξέλιξη και την επιρροή των εταιριών τεχνολογίας.
Τα νέα ζητήματα που προκύπτουν φαίνεται, είτε να μην είναι απολύτως κατανοητά στις κυβερνήσεις που υιοθετούν χωρίς κριτήρια κάθε προϊόν που περιγράφεται ως καινοτόμο, είτε εκούσια επιτρέπουν την άσκηση μιας εξουσίας επιτήρησης και συμπεριφορικής αξιολόγησης των πολιτών.
Η εμπειρία του covid-19 έδειξε ότι έχουν προτίμηση σε λογισμικά που εφαρμόζονται για υπέρτερους λόγους ζωτικού συμφέροντος, αλλά όχι στη βάση του ουσιαστικού δημοσίου συμφέροντος.
Ο προσωρινός χαρακτήρας για λόγους ζωτικού συμφέροντος επιτρέπει επεξεργασίες ακόμη και των ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων.
Ο έντονος παρεμβατισμός στην ιδιωτικότητα είναι το χαρακτηριστικό εφαρμογών επιτήρησης, αναγνώρισης προσώπου, πιστοποίησης της κατάστασης υγείας ή γεωπροσδιορισμού.
Την ίδια ώρα η ανισότητα με βάση τη διαθέσιμη τεχνολογία και την εκμετάλλευση των δεδομένων, αξιολογεί με νέο τρόπο τα μέλη της ΕΕ σε μια λογική ενίσχυσης του ανταγωνισμού και πρόσφορων κρατών για επενδύσεις. Αυτή η νέα ιεραρχία συνυπάρχει με την ανισότητα σε επίπεδο αρχών και κουλτούρας.
Η διαφορετικότητα προσέγγισης των ζητημάτων και των οικονομικο-πολιτικών συμφερόντων ανά κράτος-μέλος, αποτελεί επιπλέον τροχοπέδη. Χώρες όπως η Ιρλανδία εμφανίζονται στην πρωτοπορία λόγω φιλοξενίας των αμερικανικών τεχνολογικών γιγάντων και χώρες όπως η Ελλάδα ουραγοί λόγω φτωχών υποδομών και πλαισίων που απαιτούνται για την κινητοποίηση επενδυτών υψηλής τεχνολογίας.
Ψηφιακά Δικαιώματα και Αγορά
Η τεχνολογική εξέλιξη δεν είναι αυτοσκοπός. Η πραγματική πρόκληση ήταν πάντα και τώρα πιο πολύ, η ανάλυση της πληροφορίας που θα αυξήσει τις δυνατότητες του επιχειρείν και θα ανταποκρίνεται στις προσδοκίες για την ευημερία του ανθρώπου. Η ανάλυση μεγάλων δεδομένων και η ανάπτυξη της τεχνολογίας και των υπολογιστών, ανατρέπουν τους έως σήμερα τεχνολογικούς «περιορισμούς» αλλά αυξάνουν τη σημασία των ηθικών προκλήσεων, ενώ εξαντλούν τα όρια των νομικών προβλέψεων.
Ο ανταγωνισμός στην τεχνολογία και την διαχείριση των δεδομένων από τις αμερικανικές πλατφόρμες κυρίως, δεν ετέθη ακόμη υπό το ρυθμιστικό έλεγχο της Ενιαίας Ψηφιακής Αγοράς. Οι χώρες, οι κυβερνήσεις, οι επιχειρήσεις και η κοινωνία συμμετέχουν χωρίς άμυνες στην επιθετική ψηφιακή μετάβαση, αφού οι δεσμεύσεις και οι κανόνες δεν εφαρμόζονται.
Μετά την εφαρμογή του ΓΚΠΔ 679, το 2018, έχει αυξηθεί η επίγνωση και η ευαισθητοποίηση αλλά όχι στον βαθμό που απαιτούν οι συνθήκες. Επιπρόσθετα, η Ευρώπη δεν κατάφερε και επί του πεδίου να αναπτύξει τεχνολογία ασφάλειας και προστασίας του ατόμου και των δημόσιων και ιδιωτικών οντοτήτων.
GDPR
Ο νέος υποχρεωτικός γενικός κανονισμός (GDPR) παρά το γεγονός ότι: 1. καλύπτει σε σημαντικό βαθμό την νομική βάση των θεμάτων, 2. αντιμετωπίζει μέσω της πολιτικο-κοινωνικής πλευράς, αρκετά άλλα, δεν έχει γίνει κατορθωτό να επιβάλλει συμμόρφωση, μέσω των σχετικά απλών οδηγιών/αρχών του.
Η αγορά των προσωπικών δεδομένων
Τα ποσά που συγκεντρώνονται από τους κατόχους της υψηλής τεχνολογίας μέσω της «χρηματοποίησης» των προσωπικών δεδομένων, είναι τεράστια. Το περιοριστικό πλαίσιο που αναζήτησε η Ε.Ε. απέναντι στην ανεξέλεγκτη δράση των διαδικτυακών πλατφορμών, δεν οδήγησε σε ανάπτυξη εναλλακτικών ευρωπαϊκών τεχνολογιών καθώς δεν υπάρχουν οι εγγυήσεις ότι μπορεί να είναι ανταγωνιστικές των αμερικανικών και η κεντρική (ευρωπαϊκή) διαχείριση, δεν συνεπάγεται αυτόματα ότι τα προσωπικά δεδομένα θα χρησιμοποιούνται προς όφελος του πολίτη.
Αυτό συμβαίνει διότι μετά τον GDPR δεν ρυθμίστηκε άμεσα το απόρρητο των επικοινωνιών ενώ άρχισαν να εμφανίζονται οι νόμιμες εξαιρέσεις όπως:
– οι αρχές Ασφάλειας, μπορούν να συλλέγουν πληροφορίες (οδηγία 680)
– οι αρχές Υγείας μπορούν να καταχωρούν, να διατηρούν και να διαθέτουν πληροφορίες
– οι Δημόσιες υπηρεσίες έχουν δικαίωμα ταυτοποίησης και διασταύρωσης δεδομένων των πολιτών.
– η τεχνολογία ως εργαλείο ταυτοποίησης, μπορεί να είναι σε χέρια ιδιωτών και να μετατρέπεται σε «αυθεντικοποίηση»
– τα βιομετρικά δεδομένα μπορεί να αποτελούν εξαίρεση.
Τούτων δοθέντων, η ερμηνεία της έννοιας του Δημοσίου συμφέροντος είναι άμεσα αναγκαία προτού ο υπερβολικός “θεσμισμός” εξαιρέσεων εξουδετερώσει τον GDPR. Κυρίως προτού η Πανευρωπαϊκή Ψηφιακή Ταυτότητα καταστεί υποχρεωτική για δημόσια έγγραφα, πληρωμές, αγορές, ιατρικά πιστοποιητικά, ασφαλιστικά, περιουσιακά, ταξίδια, είσοδος σε χώρους κλπ.
Ψηφιοποίηση υπηρεσιών και κράτους
Το ψηφιακό οικοσύστημα βρίσκεται σε φάση μετάβασης, χωρίς όμως να έχουν δημιουργηθεί πολιτικές και νομοθετικές υποδομές για κάτι τέτοιο. Αυτό επιχειρείται μολονότι δε χρησιμοποιούνται κοινοτικές ή εγχώριες δυνατότητες με αποτέλεσμα υπερβολικά αυξημένες ανάγκες σε δαπάνες τεχνολογικού εξοπλισμού, υποστήριξης λειτουργίας και ακόμη μεγαλύτερες δεσμεύσεις διαλειτουργικότητας.
Στο σύντομο μέλλον, εάν δεν αναπτυχθεί μια εναλλακτική, η Ευρώπη και ειδικά η Ελλάδα, θα εγκλωβιστούν περισσότερο στην αμερικανική και κινεζική βιομηχανία τεχνολογίας. Ήδη ως πολίτες διαπιστώνουμε ότι το Ελληνικό κράτος «αραμπάς», χωρίς καν να έχει βελτιστοποιήσει τις διαδικασίες του, μόνο με μία απλή διαλειτουργικότητα μεταξύ των διαφορετικών πλατφορμών του Δημοσίου, μετατοπίζεται στο gov.gr δίνοντας την ψευδαίσθηση ότι ξαφνικά «ζούμε ένα μικρό θαύμα». Κατά αυτόν τον τρόπο η απλή διαδικασία έκδοσης πιστοποιητικού εξυπηρετεί και τον πολιτικό λαϊκισμό, αλλά για μια υπεύθυνη πολιτεία έχουν σημασία ο λειτουργικός σχεδιασμός, η κυβερνο-ασφάλεια και η συμπερίληψη που δεν επιτρέπει διακρίσεις στην πρόσβαση από κοινωνικές ομάδες.
Η ελληνική πολιτεία όμως, δεν εκπαιδεύει τους χρήστες των υπηρεσιών και ακόμη χειρότερα δεν προβλέπει την διάθεση απλοποιημένων αναλογικών υπηρεσιών. Η περιβόητη ψηφιοποίηση των φορολογικών αρχών οδήγησε σε κατάργηση του γκισέ και όχι της ουράς με χιλιάδες πολίτες και επιχειρήσεις να υφίστανται ζημία. Το 13033 δεν ελέγχθηκε ποτέ και η εταιρεία PALANTIR δε γνωρίζουμε τα δεδομένα που πήρε από την κυβέρνηση.
Ταυτόχρονα αδιαφόρησε σκανδαλωδώς για το ότι ο GDPR αποτελεί και «φορολογικό» εργαλείο για όσους δεν συμμορφωθούν, σε σχέση με την προστασία και την ασφάλεια των προσωπικών δεδομένων. Ωστόσο, η κυβέρνηση δε δείχνει να θέλει να ενοχλήσει τους καταχραστές των ψηφιακών δικαιωμάτων των πολιτών και δεν ενισχύει την ΑΠΔΠΧ με προσωπικό και εξουσίες. Δεν υφίσταται πραγματική εγγύηση για την ασφάλεια των πολιτών.
Ποιοι είναι διαχειριστές, πως εγγυώνται την ασφάλεια, πως παράγεται ο πλούτος.
Κυβερνο-έγκλημα.
Η ασφάλεια είναι και θα είναι το μείζον ζήτημα. Η εύκολη παραβίαση των δεδομένων σε σχεδόν οποιαδήποτε συσκευή ή σύστημα, καταδεικνύει ότι το οικοδόμημα είναι ασταθές και ευάλωτο σε επιθέσεις ή ακόμη και απλές διαρροές. Υπολογίζεται ότι τα ποσά που συγκεντρώνονται παγκοσμίως μέσω κρυπτονομισμάτων, από το hacking, ξεπερνούν αυτά της διακίνησης ναρκωτικών.
Οι Αρχές σε Ελλάδα και Ευρώπη σπανίως ανακοινώνουν περιπτώσεις κυβερνο-εγκλημάτων, με αποτέλεσμα οι πολίτες να θεωρούν κάθε σύστημα ασφαλές, γεγονός αντίθετο από την πραγματικότητα. Ακόμη και όταν ανακοινώνονται επιβάλλεται μικρό ή και καθόλου πρόστιμο ή δεν πραγματοποιείται καν ο στοιχειώδης έλεγχος. Η ανυπαρξία ελέγχων όμως είναι χειρότερη από την μη επιβολή προστίμου. Συνεπώς η κουλτούρα διακυβέρνησης ακόμη και στο θέμα της κυβερνο-ασφάλειας και της προστασίας δεδομένων παράγει πολλαπλάσιες διακρίσεις που επηρεάζουν τον ανταγωνισμό μεταξύ γιγαντιαίων επιχειρήσεων και πάντα εις βάρος των καταναλωτών.
Ο πολίτης από την πλευρά του, θεωρεί ότι οι διαδικτυακές εφαρμογές είναι δωρεάν και επειδή συνήθισε να τις θεωρεί πολύ χρηστικές, διαθέτει συνειδητά ή ακούσια τα προσωπικά του δεδομένα (δημογραφικά, ψυχογραφικά, συμπεριφορικά, πολιτικά κλπ). Παράλληλα, ο πολίτης χρησιμοποιεί όλο και περισσότερο fintech εφαρμογές που λύνουν μεν προβλήματα εξυπηρέτησης (Τράπεζες, POS), αλλά ταυτόχρονα ενσωματώνουν τεχνολογίες διαχείρισης δεδομένων και αυξάνουν δραματικά τα έσοδα/κέρδη τους, αντί να μειώνουν το κόστος της υπηρεσίας λόγω οικονομιών κλίμακας.
Ο κόσμος της τεχνολογίας και της πληροφορικής, καθώς επίσης και ο νομικός κόσμος, δεν έχουν προσεγγίσει, όπως απαιτείται ως εκ του ρόλου τους, τα θέματα ηθικής και κοινωνικής εξέλιξης σχετικά με τον τρομακτικό όγκο πληροφορίας που διοχετεύεται τις τελευταίες δεκαετίες στους servers ή στα clouds. Ζούμε στην εποχή που η «ευκολία» υπερτερεί της ασφάλειας και προστασίας, που το ατομικό δικαίωμα υστερεί απέναντι σε κάποιου είδους «συλλογικό», αυθαιρέτως οριζόμενου από τον ωφελούμενο συλλογέα των δεδομένων. Η πίεση που ασκείται στους πολίτες, ώστε να δώσουν τα δεδομένα τους, αλλά και να παρακολουθήσουν αναγκαστικά την τεχνολογία, είναι τρομακτική.
Ο πολίτης είναι αναγκασμένος να έχει νέες συσκευές και να χρησιμοποιεί νέες εφαρμογές, όλες προγραμματισμένης λήξης, να πληρώνει γραμμές internet (που στην Ελλάδα είναι εξαιρετικά ακριβές και ταυτόχρονα πολύ χαμηλών ταχυτήτων), ώστε να μπορεί να είναι μαθητής, φοιτητής, εργαζόμενος. Η απαίτηση έχει μεταφερθεί στο άτομο, αφού το παιδί πρέπει να είναι μπροστά σε υπολογιστή (δικό του και με δική του γραμμή) ώστε να συμμετέχει στο μάθημα. Το ίδιο και ο εργαζόμενος.
Πληρώνουμε επιπλέον την τεχνολογία, ώστε να είμαστε πολίτες. Τούτο όμως δε σημαίνει ότι όποιος πληρώνει περισσότερα, είναι καλύτερος πολίτης, αλλά έχει άλλα πλεονεκτήματα ασφάλειας και προστασίας που τον εντάσσει στην ελίτ και τους υπόλοιπους στο περιθώριο ή στη βάση των χρηστών. Οικονομικά αναζητούμε λύσεις που θα μας επιτρέψουν να αναπτυχθούμε τεχνολογικά, αποδεχόμενοι όμως τα κόστη, τις δυσκολίες και τις απαγορεύσεις που έχουν τεθεί.
Την ίδια ώρα, το περιβάλλον στην Ελλάδα είναι απολύτως αφιλόξενο για καινοτόμες επιχειρήσεις ή για start ups, δεδομένου των φορολογικού, γραφειοκρατικού περιβάλλοντος αλλά κυρίως λόγω του κόστους τεχνολογίας που αναγκάζει τους επίδοξους Έλληνες επιχειρηματίες να εισάγουν hardware, να αγοράζουν ξένο λογισμικό και να κάνουν όλο και περισσότερο χρήση υπηρεσιών ξένων πλατφορμών.
Η ΠΡΑΣΙΝΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ έχει την αντίληψη ότι:
Μπορούμε να κινητοποιήσουμε την κοινωνία απέναντι στο σχέδιο που τους κάνει τους πολίτες λιγότερο πολίτες;
Στην νέα εποχή της παγκοσμιοποίησης, η Ελλάδα φαίνεται να είναι απούσα.
Η χώρα μας χαρακτηρίζεται:
H ΠΡΑΣΙΝΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ προτείνει:
Κάνε τραπεζική κατάθεση στο λογαριασμό με τα παρακάτω στοιχεία και ολοκληρώστε την δωρεά σας